16 Φεβ 2010

VARIOUS ARTISTS-GOOD TO THE LAST DROP


Μια φορά (το 1960) κι έναν καιρό, στο Λονδίνο, ο κολλημένος με την τζαζ πιανίστας Jeffrey Kruger έκανε την αγάπη του για τη μουσική μπίζνα, ιδρύοντας την εταιρεία Ember. Παράλληλα, μανατζάροντας το τζαζ κλαμπ Flamingo μαζί με μια παρέα θρυλικών DJs, κατόρθωσε να κάνει τη soul μουσική της άλλης πλευράς του Ατλαντικού προσβάσιμη σε ακροατήρια και εκτός των Η.Π.Α. Η συνέχεια του παραπάνω «παραμυθιού» γράφτηκε από τα 45άρια της Ember, αρκετά από τα οποία μπορεί πλέον να πωλούνται ακόμα και για εκατοντάδες ευρώ στο ebay – και ας μην είναι ακριβώς καρασπάνια.

Αυτά τα 45άρια πρωταγωνιστούν στη συλλογή Good To The Last Drop, όπου τα συναντάμε ψηφιακώς επεξεργασμένα και τακτοποιημένα σε χρονική και αρμονική εννοιολογικά ακολουθία. Μας μεταφέρουν πίσω στον (αμερικάνικο) χρόνο, μεταξύ 1961 και 1975, όταν στις μητροπολιτικές περιοχές του Σικάγο π.χ. και της Νέας Υόρκης, στις βιομηχανικές παρυφές του Ντιτρόιτ, ακόμα και στον «ζόρικο» Νότο η βαθιά παράδοση των gospel συναντούσε την ηχητική δομή των rhythm & blues, σφυρηλατώντας τόσο τη soul έκρηξη, όσο και την άνοδο ειδικευμένων δισκογραφικών εταιρειών σαν τη Stax ή τη Motown. Κάθε περιοχή της αμερικάνικης επικράτειας προσέδωσε τα δικά της διακριτά χαρακτηριστικά, διαμορφώνοντας τα παρακλάδια της νέας μουσικής – από την τεράστια τότε επιτυχία της Marlena Shaw ή της Diana Ross μέχρι το αυτοκαταστροφικό ταλέντο του Charles Axton (γιου του συνιδρυτή της Stax, που κατέληξε να πίνει μπέρμπον από το σαξόφωνό του…). 45άρια όπως τα παρόντα συν-διαμόρφωσαν τότε το ποιος θεωρούταν «ψαγμένος» ανάμεσα στη βρετανική νεολαία, όχι βέβαια με την έννοια του σημερινού underground, μα βάσει της διαφοροποίησης από τα pop/rock πρότυπα της εποχής. Northern soul βαφτίστηκε το φαινόμενο από κάποιους γραφιάδες της εποχής, η «ψυχή» του όμως αποτελούταν από σπάνιες ηχογραφήσεις αμερικάνικης soul, σαν κι αυτές τις οποίες περικλείει η εν λόγω συλλογή της Fantastic Voyage.

Από την ερωτική μπαλάντα των αδερφών Jones μέχρι τα πνευματικά gospel της μητέρας τους Marry Frazier Jones και από τις χορευτικές επιτυχίες των Tony & Tyrone στη στρατευμένη soul του Ed Robinson (το “Hey Blackman” σηματοδοτεί στη σημειολογία της μαύρης μουσικής ό,τι η υψωμένη γροθιά των Tommie Smith & John Carlos στην Ολυμπιάδα του Μεξικό για τον κόσμο του αθλητισμού), οι 23 εκλογές του Good To The Last Drop δημιουργούν μια πανδαισία ήχων, ατμόσφαιρας και αυθεντικής αίσθησης αναβίωσης μιας εποχής έντονων κοινωνικών και ιστορικών αλλαγών. Παράλληλα, στο αισθητικό επίπεδο αποτίμησης της μαύρης μουσικής και του τρόπου διαμόρφωσης της αμερικανικής soul, η συλλογή προσφέρει μιας πρώτης τάξεως ανάγνωση σε τραγούδια δύσκολα προσβάσιμα στις μέρες μας, ξεχασμένους θησαυρούς δεύτερης διαλογής σε σχέση με όσες μεγάλες επιτυχίες της Motown ή της Stax επιβίωσαν τόσο δισκογραφικά όσο και μέσω της δειγματοληψίας. Το κλείσιμο της συλλογής ανήκει φυσικά στον Johnny Otis, με το κομμάτι που δανείζει και τον τίτλο του άλμπουμ: μια ντίσκο επιτυχία σε 25ετές ριφλέξ χρόνου, η οποία δείχνει γιατί ο μεγάλος – ελληνικής καταγωγής παρακαλώ – δημιουργός δεν συνέδεσε τυχαία το όνομά του με τη πορεία των Big Mama Thornton, Elvis Presley, ακόμη και του Frank Zappa.

Συνολικά, μια συλλογή η οποία αποτελεί πολύτιμο αρχειακό υλικό, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει εύστοχα και ολοκληρωμένα την προσέγγιση της Ember στη soul στην εποχή ακριβώς όπου η τελευταία γνώρισε τη μεγαλύτερή της ακμή.
Αρθρο του Γιάνη Ιωάννου στο avopolis